Γέλα, πουλί μου, γέλα…
Τους έχετε προσέξει; Πάντα, λίγο πριν πάρουν τις μεγάλες αποφάσεις, λίγο πριν μας σπρώξουν στον καινούργιο τάφο που σκάψανε, λίγο πριν ανακοινώσουν το ποσόν της επόμενης ληστείας τους;
Κάθονται σκασμένοι στα γέλια και χαριεντίζονται.
Αναρωτηθήκανε άραγε ποτέ τι μπορεί να σκέφτεται ο θυμωμένος απλός πολίτης όταν τους βλέπει κουστουμαρισμένους και γραβατωμένους, σκασμένους στα γέλια, να κάθονται γύρω από ένα τραπέζι, έτοιμοι ν’ αρχίσουν τη συζήτηση για το πώς θα περάσουν τη θηλιά στο επόμενο θύμα τους;
Αναρωτηθήκανε τι αισθήματα μπορεί να τρέφει γι’ αυτούς εκείνη τη στιγμή ο πεινασμένος, ο ξεγελασμένος, ο εξαθλιωμένος, ο ξεζουμισμένος άνθρωπος;
Ο Έλληνας, ο Κύπριος, ο Ισπανός, ο Πορτογάλος, ο Ιταλός, ο Αφγανός, ο Ιρακινός;
Έστω και για επικοινωνιακούς λόγους, όπως ονομάζουν την ξεδιαντροπιά τους, δεν θα έπρεπε να κρατάνε τα προσχήματα, μόνο και μόνο για να μην αγριέψει το λιοντάρι και ξεχυθεί στους δρόμους;
Όχι, δεν νιώθουν ούτε φόβο, ούτε ντροπή.
Γελάνε. Δυνατά. Ξεδιάντροπα. Ηχηρά.
Πιστεύουν ότι θα τους προστατέψουν τα καλογυμνασμένα μούσκουλα που τους φυλάνε.
Πιστεύουν ότι οι πραιτωριανοί δεν θα τους προδώσουν ποτέ.
Δεν ξέρουν ότι ακόμη κι αυτοί, όσο κι αν τους έχουν ταΐσει και ποτίσει, όσο κι αν τους έχουν χώσει μέσα σε ουσίες και καπνούς, θα τρέξουν σαν κυνηγημένοι να γλυτώσουν;
Δεν διαβάσανε ιστορία ποτέ τους;
Πιστεύουν ότι ΔΕΝ επαναλαμβάνεται;
Επαναλαμβάνεται, ασήμαντα μου ανθρωπάρια, επαναλαμβάνεται. Και πάντοτε με χειρότερο τρόπο.
Το ότι ο λαός κλείστηκε στο σπιτάκι του, δεν σημαίνει ότι θα μείνει αιώνια εκεί. Μπορεί και ν’ ακονίζει το μαχαίρι του.
Μπορεί και να περιμένει.
Το ότι τρόμαξε και μαζεύτηκε μέσα στο καβούκι του, δεν σημαίνει πάντοτε και αποδοχή.
Μπορεί και να σκέφτεται τον τρόπο.
Μην ξεχνάμε: έμεινε μόνος, προδομένος. Κι αυτό τον κάνει ακόμα πιο επικίνδυνο.
Δεν μπορεί. Θα βγει στους δρόμους, θα ξεχυθεί στις πλατείες, θα γεμίσει τα στενά. Θα πάρει σβάρνα ότι βρει μπροστά του, επί δικαίων και αδίκων, δυστυχώς, έτσι γίνεται πάντα, αλλά θα είναι δικαιωμένος μέσα του, γιατί ζητάει τη λευτεριά του.
Έρχονται από πίσω, από τα βάθη της ιστορίας και της μνήμης, πολύ πιο θυμωμένοι, πολύ πιο εξαγριωμένοι. Έτοιμοι να σας παγώσουν το γέλιο στο αδηφάγο στόμα σας.
Χαμογελάστε, λοιπόν, όσο έχετε απ’ έξω τους αιμοδιψείς σιδερόφρακτους.
Χαμογελάστε όσο διαθέτετε ακόμη πληρωμένους κοντυλοφόρους να εξυμνήσουν το προκλητικό σας χαμόγελο.
Χαμογελάστε όσο υπάρχουν ακόμη τα άθλια κανάλια σας να χρωματίζουν τη λύσσα σας και να μουτζουρώνουν την ομορφιά μας.
Εμείς σκεφτόμαστε ακόμη. Ονειρευόμαστε ακόμη. Σχεδιάζουμε ακόμη. Κρατάμε σημειώσεις και γράφουμε ποιήματα και μυθιστορήματα. Κάνουμε ταινίες, ανεβάζουμε θεατρικά έργα, γράφουμε βιβλία, κάνουμε σκίτσα, φτιάχνουμε ανέκδοτα για να γλυκαίνουμε την πίκρα μας, αντιστεκόμαστε στην πρόσκαιρη αδυναμία μας. Υπάρχουμε.
Υπάρχουμε, ρε!
Έστω και πεινασμένοι και εξαθλιωμένοι και κουρελήδες, υπάρχουμε!
Υπάρχουμε, γαμώ το!
ΘΑΝΑΣΗΣ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου