Δευτέρα 25 Ιουνίου 2012

ΑΥΤΟ ΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΙΧΝΟΣ ΚΟΜΜΑΤΙΚΗΣ ΤΟΠΟΘΕΤΗΣΗΣ.
ΑΝΗΚΩ ΣΕ ΙΔΕΕΣ ΚΙ ΑΥΤΕΣ ΔΕΝ ΕΞΑΓΟΡΑΖΟΝΤΑΙ ΜΕ ΤΙΠΟΤΑ.

Εκλογές 17 Ιουνίου
Εγγεγραμμένοι 9.951.970
Ψήφισε το 62,47%, δηλαδή 6.216.995

Δεν ψήφισαν 3.734.974 Έλληνες.
Κάποιοι από αυτούς δεν είχαν τον τρόπο, για διάφορους σοβαρούς λόγους, να πάνε στα εκλογικά τους τμήματα, κάποιοι άλλοι εκδηλώνουν με την αποχή τους την αντίδρασή τους σε πολλά και σε κάποιους άλλους τούς είναι εντελώς αδιάφορο τι συμβαίνει γύρω τους.

Από αυτούς που ψήφισαν όμως, 2.581.441 άτομα, δηλαδή το 41% περίπου, δεν απέδωσαν καμία ευθύνη για το χάλι της χώρας στα δύο κόμματα που κυβερνούν την Ελλάδα επί δεκαετίες τώρα, γι’ αυτό και τα ξαναψήφισαν.
Προφανώς όλοι αυτοί οι συμπατριώτες μας δεν έχουν ακούσει ότι αυτά τα κόμματα, εναλλάξ ή και τα δυο μαζί, είναι εκείνα που έχουν αποδεχτεί κάποιες συμφωνίες με τις οποίες καταδίκασαν την πατρίδα τους σε αφανισμό. Δεν διαπίστωσαν καμία κατάλυση του Ελληνικού Συντάγματος και δεν τους ενόχλησε που ξαφνικά και χωρίς να ερωτηθούν καταργήθηκε η κυβέρνηση που ψήφισαν και τη θέση της πήρε ένα άθλιο συνονθύλευμα με συμμετοχή ατόμων που ελάχιστοι συνέλληνες εκτιμούσαν, με πρωθυπουργό έναν τραπεζίτη, που κανείς από τον Λαό, που είθισται να εκλέγει εκείνος την κυβέρνησή του, δεν τον ήξερε.
Δεν έχουν ακούσει τη λέξη μνημόνιο και φυσικά δεν είναι δυνατόν να αξιώσει κανείς να γνωρίζουν μερικούς από τους όρους του, έστω και τους γνωστότερους, περί κατάργησης της εθνικής κυριαρχίας, ξεπουλήματος της δημόσιας περιουσίας, επίλυσης των διαφορών από τα δικαστήρια της Αγγλίας, περί εκβιασμών της οποιασδήποτε καγκελαρίου και του κάθε νταβατζή του ΔΝΤ, της απαγόρευσης δανεισμού μας από αλλού, ούτε για την τοκογλυφική μανία των Ευρωπαίων συμμάχων μας, τα δάνεια που μας δίνουν και τους τα επιστρέφουμε για τόκους ή για να εξοφληθούν τα άχρηστα όπλα που με εκβιασμούς εξαναγκάζουν τη χώρα να αγοράζει.
Θα ήταν φυσικά μεγάλη απαίτηση να θιγούν που κατηγορηθήκανε ότι ανήκουν σε μια χώρα διεφθαρμένων και ‘τα φάγανε’ μαζί με τους πολιτικούς. Δεν έμαθαν τίποτα για Siemens και υποβρύχια, δεν διάβασαν σε καμιά εφημερίδα για διεφθαρμένους πολιτικούς βουτηγμένους στη διαπλοκή, δεν γνωρίζουν τα ονόματα Χριστοφοράκος και Τσοχατζόπουλος, ούτε Εφραίμ και Βατοπέδι. Δεν έχουν αισθανθεί καμία μείωση στα εισοδήματά τους, δεν τους ήρθε αυξημένος φόρος, δεν μειώθηκαν οι συντάξεις και οι μισθοί τους, δεν απολύθηκε κανείς δικός τους, δεν είδαν κανένα μαγαζί να κλείνει, ούτε άκουσαν τίποτα για ένα εκατομμύριο ανέργους, δεν γνωρίζουν κανέναν που να αυτοκτόνησε από απελπισία, δεν τους ήρθε το χαράτσι της ΔΕΗ, δεν έμειναν τα παιδιά τους χωρίς βιβλία, δεν βρέθηκε κανείς δικός τους χωρίς φάρμακα, ούτε είδαν την Αθήνα ερημωμένη και τους δρόμους γεμάτους από ερείπια της ηρωίνης. Δεν άκουσαν για νοσοκομεία που δεν διαθέτουν ούτε καν τα είδη πρώτης ανάγκης για μια εγχείρηση. Ούτε τους άγγιξε το θέμα των εξαθλιωμένων μεταναστών, η βία στους δρόμους της Αθήνας, ούτε για ληστείες και φόνους ηλικιωμένων άκουσαν. Δεν διάβασαν ότι αυξήθηκαν εκείνοι που κάνουν ουρά στα συσσίτια και δεν έτυχε να πάρει το μάτι τους κανέναν που να ανοίγει κάδους σκουπιδιών.
Προφανώς, αυτά τα δυόμιση εκατομμύρια Ελλήνων ζούνε σε άλλη χώρα. Μπορεί να διαβάζουν τις εφημερίδες ανάποδα, να ακούνε τις ειδήσεις με κλεισμένο τον ήχο και να περπατάνε στο δρόμο με κατάμαυρα γυαλιά.  Υπάρχει και η ανατριχιαστική πιθανότητα να τους βολεύει αυτή η κατάσταση και να προτιμούν τη διαιώνιση αυτής της αθλιότητας. Πολύ φοβάμαι όμως μήπως είναι νεκροί και δεν το ξέρουν.

ΘΑΝΑΣΗΣ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ

Τετάρτη 20 Ιουνίου 2012


ΕΝΑ ΚΕΙΜΕΝΟ
από τον Γιώργο Βιδάλη

Πώς ψηφίζουμε λοιπόν απέναντι στην...ψεύτικη, στους ψηφοκάπηλους, στους κομπογιανίτες της πολιτικής;
Μπορούμε να πάμε κόντρα στην τηλεοπτική βαρβαρότητα, στην εκφοβιστική προπαγάνδα της πολυπλόκαμης διαπλοκής;
Με γερή μνήμη και συνείδηση ελεύθερη. Όχι φοβισμένοι και δουλοπρεπείς.
Γενναιόψυχοι και νηφάλιοι. Θα τα καταφέρουμε έστω κι αν το μονοπάτι είναι στενό, δεν είναι όμως στερνό.
Αυτός ο τόπος και τι δεν έχει περάσει. Μόνο τον 20ο αιώνα να σκεφθεί κανείς. Βαλκανικούς πολέμους, Α' και Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, Μικρασιατική καταστροφή, Κατοχή, Εμφύλιο, μετανάστευση, αστυνομοκρατία, εξορίες, βασιλείες, εκλογικές νοθείες, δικτατορίες. Και την κοντινή μεταπολιτευτική ευφορία πλαστικής ευημερίας, άκρατου καταναλωτισμού, χρηματικής λατρείας και πνευματικής ερήμωσης.
Ψηφίζουμε έχοντας στο νου πλατάνια και κυπαρίσσια ψηλά και διαχρονικά, που μας προσφέρουν την ευεργετική σκιά τους, που μας φρονηματίζουν, που μας ενώνουν, που μας δίνουν κουράγιο κι ελπίδα γιατί είναι για την Ελλάδα και τους Έλληνες «τζιβαϊρικά πολυτίμητα».

 Στρατηγός Μακρυγιάννης
«Τέτοιοι οπού είμαστε εμείς, λευτεριάν δεν θέλομεν, την ιδιοτέλεια μας θέλομεν, και δούλοι των ξένων και της τυραγνίας επιθυμούμεν να είμαστε πάντοτες»
(Οράματα και θάματα)

* «Θέλομεν να ζούμεν είλωτες των Μπαυαρέζων κι  αλλουνών όμοιων τους, οπού μας καταδικούνε; Δεν μετρηθήκαμεν να φύγωμεν όσοι μείναμεν, μετρηθήκαμεν να πεθάνωμεν...   Να ιδούν τα παιδιά μας και να λένε «έχομεν αγώνες πατρικούς, έχομεν θυσίες»...Και να μπαίνουν σε φιλοτιμίαν και να εργάζονται εις το καλό της πατρίδας τους, της θρησκείας τους και της κοινωνίας...όχι να πορνεύουν την αρετή και να καταπατούν τον νόμον και νάχουν την επιρροή για ικανότη».
(Απομνημονεύματα)

 Διονύσιος Σολωμός
«Δυστυχισμένε μου λαέ καλέ κι ηγαπημένε
 πάντοτ' ευκολοπίστευτε και πάντα προδομένε»

 Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης
 *  Από άρθρο του στην εφημερίδα «Ακρόπολη» το 1896 :
 «Ημύνθησαν περί πάτρης οι άστοργοι πολιτικοί, οι εκ περιτροπής μητρυιοί του ταλαιπώρου ωρφανισμένου Γένους;  Αμυνα περί πάτρης θα ήτο η ευσυνείδητος λειτουργία των θεσμών, η εθνική αγωγή, η χρηστή διοίκησις, η καταπολέμησις του ξένου υλισμού και του πιθηκισμού, του διαφθείραντος το φρόνημα και εκφυλίσαντος σήμερον το έθνος, και η πρόληψις της χρεοκοπίας».
(Από το μυθιστόρημά του «Οι έμποροι των εθνών» το 1882 (μιλάει για τη
Βενετία του 1199 κι ασυναίσθητα έρχεται στο νου η σημερινή Γερμανία και το
ΔΝΤ)

* «Τι εζήτει η Βενετία πέμπουσα τους στόλους εις το Αιγαίον; Ό,τι ζητεί ο σφαγεύς παρά του θύματος, τας σάρκας αυτού, ίνα κορέση την πείναν του. Διατί αι ιδιωτικαί αύται και κεκυρωμέναι με τα σήματα του Αγίου Μάρκου επιχειρήσεις; Διατί οι τοσούτοι εργολάβοι των κατακτήσεων, των ως δια δημοπρασίας εκτελουμένων;
Η Βενετία προσηγόρευεν εαυτήν Πολιτείαν, και είχεν υιούς τυράννους. Τους έδιδε το χρίσμα της και τους έπεμπεν ίνα κατακυριεύσωσι της γης. Η γενεαλογία της πολιτικής είναι συνεχής και γνησία κατά τους προγόνους. Η αργία εγέννησε την πενίαν. Η πενία έτεκε την πείναν. Η πείνα  παρήγαγε την όρεξιν. Η όρεξις εγέννησε την αυθαιρεσίαν. Η αυθαιρεσία εγέννησε την ληστείαν. Η ληστεία εγέννησε την πολιτικήν. Ιδού η αυθεντική καταγωγή του τέρατος τούτου. Τότε και τώρα, πάντοτε η αυτή. Τότε διά της βίας, τώρα διά του δόλου...και διά της βίας».


* «Η λεγόμενη ανωτέρα τάξις...να μη περιφρονή αναφανδόν ό,τι παλαιόν, ό,τι εγχώριον, ό,τι ελληνικόν. Να μη χάσκωμεν προς τα ξένα. Να στέργωμεν και να τιμώμεν τα πάτρια. Είναι της εσχάτης εθνικής αφιλοτιμίας να έχωμεν κειμήλια και να μη φροντίζωμεν να τα διατηρήσωμεν. Ας σταθμίσωσι καλώς την ευθύνην των, οι έχοντες την μεγίστην ευθύνην».
Από δημοσιογραφικό άρθρο του το 1896

 Γιώργος Σεφέρης
«Εχω, βλέπεις, ακόμη το ρομαντισμό να πιστεύω πως, όσο μπορούμε να σώσουμε την τιμή μας, τίποτε δεν είναι ολοκληρωτικά χαμένο.  Και το πιο περίεργο είναι πως, όταν το σκέπτομαι αυτό και πραχτικά, δεν βρίσκω πως έχω ολωσδιόλου άδικο»
(Αλληλογραφία)

Οδυσσέας Ελύτης
 *  «Αντιλαμβάνομαι ότι στην εποχή μας η αλληλοεξάρτηση των εθνοτήτων είναι τόση, που η πολιτική δεν μπορεί ν' αγνοήσει, ως ένα βαθμό, αυτό που θα λέγαμε «γενικότερη σκοπιμότητα». Όμως, υπάρχει τεράστια διαφορά ανάμεσα στην «προσαρμοστική πολιτική» και στη δουλοπρέπεια ! Αυτό είναι το πιο ευαίσθητο σημείο του ελληνικού λαού, «το τιμιώτατόν του» ! Και αυτό του το καταπατούν συνεχώς κατά τον εξοργιστικότερο τρόπο, οι εκπρόσωποί του στην επίσημη διεθνή σκηνή».
(Συν τοις άλλοις).

Γέρων Παΐσιος
 * «Να κοιτάτε να μαθαίνετε ποιοί είναι δίκαιοι και τίμιοι άνθρωποι και αυτούς να ψηφίζετε. Σήμερα έχουμε περισσότερο ανάγκη όχι από «έξυπνους», αλλά από τίμιους και δίκαιους ανθρώπους».

 **  Οι ανθρώπινες ευκολίες ξεπέρασαν τα όρια και έγιναν δυσκολίες.
Πλήθηναν οι μηχανές, έκαναν και τον άνθρωπο μηχανή. Γι' αυτό έγιναν και οι καρδιές των ανθρώπων σιδερένιες...Πρέπει να απλοποιούμε όσο το δυνατόν περισσότερο τη ζωή μας. Οι πολλές «ανέσεις» δυσκολεύουν τη ζωή μας. Η πολυτέλεια κουράζει τον άνθρωπο. Λίγα πράγματα χρειάζονται, απλά, αλλιώς θα περάσουμε ολόκληρη τη ζωή μας φροντίζοντας για ντουβάρια και για πράγματα υλικά»
(Λόγοι σοφίας και χάριτος)

Τρίτη 19 Ιουνίου 2012


ΕΝΑ ΚΕΙΜΕΝΟ
του ΛΟΥΚΑ ΑΞΕΛΟΥ[1]



Η ΚΑΤΑ ΑΝΤΟΝΙΟ ΓΚΡΑΜΣΙ
ΑΝΑΓΚΗ ΤΗΣ ΗΘΙΚΗΣ ΝΟΜΙΜΟΠΟΙΗΣΗΣ

          Θεοί μέν γάρ μελλόντων, ἄνθρωποι δέ γιγνομένων, σοφοί δέ προσιόντων αἰσθάνονται.
          Φιλόστρατος


Η νίκη των υπό την ευρεία έννοια αντιμνημονιακών δυνάμεων στις 6 Μαΐου 2012, σφραγισμένη από την σαφή άνοδο της μαχόμενης Αριστεράς, διαμόρφωσε ένα νέο θετικό πλαίσιο στον «καθόλου συσχετισμό δυνάμεων», ανακόπτοντας, όχι όμως ανατρέποντας, το καθεστώς της «διαχρονικής ήττας» που έχουν υποστεί σε όλη την σφαίρα του δημόσιου και ιδιωτικού βίου οι λαϊκές δυνάμεις και κατ’ επέκτασιν και η κοινωνική Αριστερά.
Αντιμετωπίζοντας ρεαλιστικά το ενδεχόμενο οι δυνάμεις της ριζοσπαστικής Αριστεράς να βρεθούν στην κυβέρνηση, η έγνοια μου επικεντρώθηκε στο κατά πόσον η υπαρκτή σημερινή Αριστερά μπορεί να αναδειχθεί όχι απλώς σε πρώτη, αλλά σε ηγεμονική/ηγεμονεύουσα δύναμη.
Γι’ αυτό το κομβικής σημασίας ζήτημα πολλά έχουν γραφτεί και ακουστεί. Αποφεύγοντας τα διανοητικά «πέρα-δώθε», θέλω να σταθώ σε κάποιες επισημάνσεις του Αντόνιο Γκράμσι, που δεκαετίες με προβληματίζουν και που η παρούσα συγκυρία αναδεικνύει με τρόπο δραματικό.
Αξιωματικά και χωρίς αξιώσεις τεκμηρίωσης, λοιπόν, θα σταθώ σε αυτό που είναι και που θα αποτελέσει – κατά την γνώμη μου – κεντρικό στρατηγικό μας πρόβλημα.
Ο Γκράμσι, ως γνωστόν, πέρασε το μεγαλύτερο μέρος του πολιτικού του βίου έγκλειστος. Σε αυτό το μακρύ ταξίδι του μέσα στις φασιστικές φυλακές, είχε μια μοναδική πολυτέλεια· τον χρόνο να στοχαστεί και να επαναστοχαστεί πάνω στα ερωτήματα που έθετε η ήττα της καθόλου Αριστεράς από τον φασισμό και να συνειδητοποιήσει τα όρια ενός coup d’état ακόμα κι όταν αυτό έχει αριστερή νομιμοποίηση.
Ήταν αυτό που βαθύτατα τον προβλημάτισε και που τον οδήγησε ύστερα από βασανιστικές διανοητικές διαδρομές να θέσει ένα κεντρικό ζήτημα που δεν το έθεσε κανένας άλλος μάχιμος κομμουνιστής ηγέτης με τους ίδιους όρους και την ίδια καθαρότητα. Ο Γκράμσι, με τον ιδιότυπο δικό του τρόπο έκανε σαφές ότι οι μητροπολιτικές κοινωνίες, ως κατεξοχήν πολύπλοκες δεν μπορούν να ανατραπούν με «απλή έφοδο στην εξουσία». Μας δίδαξε δηλαδή ότι δεν μπορείς να κάνεις μίαν υπέρβαση του υπάρχοντος εάν τυχόν δεν συνειδητοποιήσεις πόσο πολύπλοκο είναι. Εάν δεν συνειδητοποιήσεις πόσο τα πράγματα δεν είναι καθόλου απλά, πόσο πανούργος, πόσο επιτήδειος και πάνοπλος είναι ο αντίπαλος. Ως εκ τούτου, η απλή έφοδος στα Χειμερινά Ανάκτορα, αν και μπορεί να γίνει, είναι ανεπαρκής.
Δεν είναι στραβός ο γιαλός. Διακόσια περίπου χρόνια πριν, ένας εξαιρετικής ποιότητας διανοούμενος, ο Ιμμάνουελ Καντ διατύπωνε αυτά που ο Γκράμσι στις φυλακές πικρά επιβεβαίωνε και που εμείς ακόμα και σήμερα διερωτώμεθα αν πράγματι αληθεύουν.
Χωρίς ίχνος ρητορείας και χωρίς να διεκδικεί επαναστατικά εύσημα, ο Καντ κυριολεκτικά μας αφοπλίζει με ένα επιχείρημα που πλήρωσαν μετρητοίς όλες ανεξαίρετα οι επαναστάσεις.

«Με μιαν επανάσταση ίσως καταρρέει βέβαια ο προσωπικός δεσποτισμός και καταργείται η καταπίεση από ανθρώπους άπληστους για κέρδη και για εξουσία, αλλά ποτέ δεν γίνεται αληθινή αναμόρφωση του τρόπου της σκέψης· νέες προλήψεις, εξίσου όπως και οι παλιές χρησιμοποιούνται για σκοινί που οδηγεί τον αστόχαστο μεγάλο σωρό των ανθρώπων».
Η έννοια της ηγεμονίας, λοιπόν, εμπεριέχει την λογική της ισχύος για την κατάκτηση της εξουσίας, αλλά η εξουσία για να είναι λειτουργική προϋποθέτει την στήριξή της στην πλειοψηφία. Αυτό αποτελεί την πυρηνική και αδιαπραγμάτευτη λογική μιας δημοκρατικής κοινωνίας, αυτό αποτελεί το μοναδικό – ουσιαστικό όπλο των υποτελών τάξεων. Το πρόβλημα, λοιπόν, είναι να διαμορφώσεις όλους εκείνους τους όρους, όλες εκείνες τις υποδομές που θα καταστήσουν τις υποτελείς τάξεις ικανές στο να μπορέσουν να διαμορφώσουν ένα αντίρροπο δέος κουλτούρας, πολιτικής, ιδεολογίας και κατ’ επέκτασιν διακυβέρνησης. Μιας διακυβέρνησης, όμως, που θα έχει κύρος και, στηριγμένη στην βούληση των πολλών, θα ανανεώνει την νομιμοποίησή της.
Αυτό το κύρος όμως, δεν μπορεί να στηριχθεί μονομερώς στην ιδεολογική και γενικότερα στην υλική υπεροχή. Έχει ανάγκη και την ηθική νομιμοποίησή του.
Η Αριστερά δεν αρκεί να επικαλείται την αρετή, οφείλει να είναι ενάρετη η ίδια· δεν αρκεί να στηλιτεύει το κακό, πρέπει η ίδια να το τιμωρεί παραδειγματικά.
Αυτό το ρηγμένο, ιδιαίτερα στις μέρες μας, στα αζήτητα στοιχείο είναι που ο μεγάλος Σαρδηνός εναγώνια αναζήτησε και στο τέλος ανέδειξε ως αδιαπραγμάτευτη προϋπόθεση για τον όποιο σοσιαλισμό στο μέλλον ήθελε αποτολμηθεί.
Ασφαλώς δεν ήταν ο μόνος.
Από τον Ρήγα και τον Μπολιβάρ, μέχρι τον Ρόκκο Χοϊδά και την Λούξεμπουργκ· από τον Άρη και τον Γκεβάρα μέχρι τον Λαμπράκη και τον Αλλιέντε, το επιχείρημα εξακολουθεί να είναι – πάντα – ακαταμάχητο και το τίμημα – πάντα – οδυνηρό.
Το συμπέρασμα, όμως, που και εκ της ιστορίας, πρώτιστα του ίδιου του Γκράμσι, προκύπτει, είναι σαφές.
Η ηττημένη πολιτικά, αλλά όχι άρρωστη ηθικά, Αριστερά, όσο επώδυνη και αν είναι η διαδικασία ανάρρωσής της, μπορεί να επανακάμψει και ιστορικά να δικαιωθεί. Η σύνδεση της πολιτικής με την ηθική αποτελούσε, αποτελεί και θα αποτελέσει το υπ’ αριθμόν ένα ζητούμενο νομιμοποίησης της όποιας ηγεμονίας. Είμαστε, άραγε, σε θέση να δώσουμε μιαν έμπρακτη απάντηση σε αυτό το υπ’ αριθμόν ένα ζητούμενο, υπέρτερο, κατά την γνώμη μου, και από αυτό το οικονομικό πρόβλημα;



Το παρόν άρθρο δημοσιεύτηκε στην Αυγή της Κυριακής, 17 Ιουνίου 2012, αρ.φ. 11434





[1] Ο Λουκάς Αξελός είναι συγγραφέας, διευθυντής του περιοδικού «Τετράδια».

Τρίτη 12 Ιουνίου 2012

ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΑΙΝΟΥΡΓΙΟ ΥΠΟΥΡΓΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ

Με πολλή ανησυχία διαπιστώσαμε το μικρό μερίδιο που δόθηκε στη λέξη ‘Πολιτισμός’ σ’ αυτόν τον δίμηνο προεκλογικό αγώνα που ζήσαμε. Δημιουργεί δικαιολογημένο φόβο μήπως και τελικά υπερισχύσουν κάποιες θέσεις αδαών και ημιμαθών, που διαλαλούν δεξιά και αριστερά πως ‘εδώ δεν έχουμε Υγεία, Παιδεία και Εργασία, η διασκέδαση μας μάρανε’. Φασίζουσες απόψεις που θεωρούν συλλήβδην τους πνευματικούς ανθρώπους αραχτούς στον ήλιο να στοχάζονται, και τους ηθοποιούς μαϊμούδες για να μας κάνουν να γελάμε. Είναι οι ίδιοι εκείνοι που ονομάζουν πέτρες και βράχια τα αρχαία ευρήματα, στην πραγματικότητα επειδή καθυστερούν τις εργασίες για το χτίσιμο της βιλίτσας που για την άδειά τους τόσο χρήμα ρίξαμε για να την αποσπάσουμε από τον δασάρχη. Είναι κουραστική η καθημερινή διαπίστωση πως ό,τι έχει σχέση με την ιστορία και την ψυχαγωγία είναι περιττό και άχρηστο. Και όσο η Πολιτεία δεν δίνει σ’ αυτά τη θέση που τους αξίζει, γιατί να τα σεβαστεί ο κάθε υπάλληλος που εννοεί να εξαργυρώσει στο έπακρο τη σημαντικότητα της θέσης που κατέχει;
Από μεθαύριο θα έχουμε μια καινούργια κυβέρνηση και κάθε τέτοια στιγμή όλοι μας όσοι ασχολούμαστε με την Τέχνη – θα μιλήσω για τους ανθρώπους του θεάτρου μόνο, χωρίς φυσικά να εκπροσωπώ κανέναν άλλο εκτός από τον εαυτό μου – μας απασχολεί ποιος θα είναι ο καινούργιος προϊστάμενος στο Υπουργείο Πολιτισμού. Ενός υπουργείου εντελώς εγκαταλειμμένου τα τελευταία χρόνια, όπου περισσότερο καλυπτόταν από κάποιον που έπρεπε να του δοθεί ένα χαρτοφυλάκιο για να βγει η κομματική υποχρέωση και καθόλου για να προωθηθούν τα καυτά θέματα που το αφορούν. Οι συνέπειες είναι οδυνηρές. Κι έχουμε τώρα να καμαρώσουμε για ένα Φεστιβάλ που η συρρίκνωσή του αποτελεί διεθνή ντροπή, ένα παρατημένο στο έλεός του Θεατρικό Μουσείο, δύο Κρατικές Σκηνές που η μείωση της επιχορήγησής τους οδηγεί μαθηματικά στη γραφικότητά τους, τα ΔΗΠΕΘΕ που εξαφανίζονται σιγά-σιγά από τον χάρτη και φυσικά το ιδιωτικό θέατρο, το αποκαλούμενο ελεύθερο. Το μεγαλύτερο και πιο ζωντανό θεατρικό κομμάτι της χώρας από το οποίο ουσιαστικά προέρχεται η εξέλιξη και η πρόοδος αυτής της Τέχνης, περνάει μία από τις χειρότερες περιόδους του μη έχοντας καμία προστασία από την Πολιτεία που με την αδιαφορία της σπρώχνει θιάσους με ιστορία και σπάνια προσφορά να κατεβάζουν ρολά. Δεν είναι κανείς ανόητος για να απαιτεί την χρηματοδότηση του Θεάτρου σε βάρος άλλων αναγκών της χώρας. Όλοι γνωρίζουμε τι συμβαίνει και, δικαιολογώντας ή όχι τις αιτίες, αναγκαζόμαστε να προσαρμοζόμαστε. Οι μειώσεις των κονδυλίων προς το Θέατρο όμως δεν ακολούθησαν μια ανάλογη ποσοστιαία ελάττωση αλλά υπέστησαν μια κάθετη πτώση. Αν σ’ αυτό προστεθεί η ανεπανάληπτη αδιαφορία του τελευταίου Υπουργού, με αποκορύφωμα την εξοργιστικά επιδεικτική του περιφρόνηση προς τους πάντες και τα πάντα, καταλαβαίνει κανείς το γιατί οι άνθρωποι του θεάτρου θορυβηθήκαμε περισσότερο από άλλους κλάδους, που επίσης ακολούθησαν την πτωτική πορεία που επέφερε η νέα οικονομική κατάσταση. Δεν ήταν καμιά ιδιαίτερη περίπτωση αδιαφορίας ο Γερουλάνος, όλοι οι τελευταίοι κάπως έτσι ήταν. Απλώς ήταν προκλητική η στάση του. Δεν έπεισε ποτέ και κανέναν ότι θα ασχοληθεί με τα προβλήματα του Υπουργείου και σε ό,τι αφορά το Θέατρο κανείς μας δεν πίστεψε ποτέ ότι γνωρίζει έστω και ελάχιστες λεπτομέρειες των συνθηκών λειτουργίας του. Τοποθέτησε κάποια άτομα άγνωστης εμβέλειας και πρακτικότητας, για να ασχοληθούν με τα προβλήματά μας, περισσότερο φαντάζομαι για να απαλλαγεί ο ίδιος από το άγχος της άγνοιάς του παρά από διάθεση καταμερισμού, εξ ου και η άρνησή του να έχει επαφή όχι μόνο με τους ενδιαφερόμενους φορείς αλλά και με τους ίδιους τους έμπειρους αρμόδιους του υπουργείου του. Επί τριάντα μήνες ο κόσμος του θεάτρου δεν ήξερε αν υπάρχει Υπουργός, αν το θέμα Θέατρο, και όχι μόνο, απασχολεί κάποιον – και ποιον; – μέσα στη Μπουμπουλίνας και όταν επιτέλους ‘κουνήθηκε’ κάτι, διαπιστώθηκε ότι ώδινεν όρος και έτεκε μυν. Παρουσιάσανε στον κόσμο του θεάτρου ένα εξάμβλωμα επιχορήγησης, δήθεν αυστηρής και δίκαιας μοριοδότησης, μια τεχνοκρατική αντίληψη για την αξιολόγηση της θεατρικής τέχνης, μια τέχνης  που αν με κάτι πολεμάει και κονταροχτυπιέται, είναι η ίδια η τεχνοκρατία. (Δεν είναι τυχαίο που κάποια μέλη παραιτήθηκαν γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο. Κάτι που αποδείχτηκε τελικά  στην πράξη αφού, π.χ., όταν φτάσανε στην παράγραφο που εξέταζε αν τα θέατρα διαθέτουν πρόσβαση σε ΑμΕΑ(αυτό θεωρείται στοιχείο ταλέντου – μόρια πέντε), να δοθεί το σύνολο των μορίων, πέντε στα πέντε, σε αίθουσες που δεν διαθέτουν την παραμικρή δυνατότητα τέτοιας πρόσβασης και ούτε θα μπορέσουν ποτέ να την αποκτήσουν! Τόσο λεπτεπίλεπτη δικαιοσύνη. Ανήκω, μαζί με άλλους, σ’ αυτή την κατηγορία…)
Όμως, όπως λέει και αυτό το τσαλαπατημένο Σύνταγμά μας, η υποστήριξη του θεάτρου, όπως και όλων των Τεχνών, αποτελεί υποχρέωση του Κράτους και όλοι περιμένουμε από αυτό να αποδείξει το ενδιαφέρον του. Και η τοποθέτηση κάθε νέου Υπουργού, μας γεμίζει ερωτήματα σχετικά με το αν γνωρίζει ή όχι, αν καταλαβαίνει ή όχι και, εν τέλει, αν θέλει και αν θα κάνει κάτι ή όχι. Ο Βουλγαράκης ήταν αποστομωτικός όταν παραδέχτηκε ότι δεν είχε ιδέα από τα προβλήματα αυτά και πως όπως έγινε Υπουργός Πολιτισμού, αύριο μπορεί να είναι Υγείας, Παιδείας ή Ναυτιλίας, όπως κι έγινε. Είναι αυτό που αποδεικνύει την αδιαφορία της εκάστοτε κυβέρνησης για ένα θέμα που θα έπρεπε να αποτελεί ένα από τα κύρια ενδιαφέροντά της. Τοποθετείται λοιπόν όποιος δεν βολεύτηκε και έμεινε παραπονεμένος ή κάποιος που γνωρίζει την κρισιμότητα ενός Υπουργείου Πολιτισμού, κάποιος που να καταλαβαίνει τουλάχιστον τη σημασία της λέξης Πολιτισμός; Γιατί στους τελευταίους είκοσι υπουργούς, είναι ζητημα αν δύο από αυτούς ξέρανε πού πηγαίνανε και τι εφόδια χρειάζονται.
Δεν είναι δύσκολο να βρεθούνε αυτοί οι άνθρωποι. Υπάρχουν και τους ξέρουν όλοι. Τόλμη χρειάζεται για τη σωστή επιλογή τους και αυτήν  απαιτεί όλος ο κλάδος που ασχολείται με το Θέατρο. Και είναι ο ίδιος αυτός κλάδος που δηλώνει πάντοτε σε κάθε νεοφερμένο Υπουργό ότι είναι στη διάθεσή του να τον βοηθήσει στην κατανόηση των προβλημάτων και των πιθανών λύσεων, γιατί ο μόνος τρόπος να γνωρίσει τα προβλήματα είναι να τα κουβεντιάσει με εκείνους που τα ζούνε. Όχι με τους θεωρητικούς, αλλά με τους εργάτες του σανιδιού. Που θα είναι και τώρα στη διάθεσή του, ως προς αυτό μπορώ να τον διαβεβαιώσω, αρκεί αυτός να το θελήσει και να το ζητήσει. Είναι η μόνη λύση που μας απέμεινε πλέον για να λύνουμε τα προβλήματά μας. Κάτι όμως που κατά κανόνα δεν γίνεται. Γιατί άραγε; Επειδή πάντοτε εμφανίζονται οι γνωστοί επιτήδειοι ημέτεροι; Επειδή επηρεάζονται από παντογνώστες δημοσιογράφους των πολιτιστικών που για όλα έχουν γνώμη; Επειδή στελεχώνουν τα γραφεία τους με έμπιστους φίλους που έχουν ελάχιστη σχέση με τα θέματα; Επειδή παρασύρονται από τις κολακείες των πρόθυμων συναδέλφων μου που, βλέποντας κάπως πιο μακριά, σπεύδουν να χαϊδέψουν αυτιά;
Κύριε καινούργιε Υπουργέ του Πολιτισμού, μην αναλάβετε τις τύχες μας αν δεν μας αγαπάτε πραγματικά. Μην ασχοληθείτε με τα προβλήματά μας αν δεν τα κατέχετε. Είναι περίπλοκη η υπόθεση του Θεάτρου και ιερή η αποστολή της δουλειάς μας. Γιατί κάνουμε μια δουλειά που δεν έχει χειροπιαστό αποτέλεσμα. Κάνουμε κάτι δύσκολο που δεν έχει όνομα, κάτι που απευθύνεται στις ψυχές κι όχι στο στομάχι. Στο μυαλό κι όχι στην τσέπη. Μπορεί εδώ να χαμογελάσετε με συγκατάβαση και να μου κλείσετε το μάτι, αλλά το επάγγελμα που κάνουμε θέλουμε – και είμαστε πολλοί αυτοί - να μην πάψει να είναι λειτούργημα και σ’ αυτό θα βοηθούσε μια υπεύθυνη πολιτική στάση.

Το κείμενο αυτό δημοσιεύτηκε καθυστερημένα στην εφημερίδα 'Ο δρόμος της αριστεράς' στις 29 Ιουνίου 2012